- upa-hadana
- उपहदन
Indonesian dictionary. 2014.
Indonesian dictionary. 2014.
χόδανος — ὁ, Α (κατά τον Ησύχ.) «ἕδρα, πρωκτός». [ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. έχει σχηματιστεί από την ετεροιωμένη βαθμίδα χοδ τής ρίζας τού ρ. χέζω*, με επίθημα ανος (πρβλ. στέφ ανος), και αντιστοιχεί ως προς τον σχηματισμό με το αρχ. ινδ. upa hadana «κόπρος,… … Dictionary of Greek