a-styāna

a-styāna
अस्त्यान

Indonesian dictionary. 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • styāna — स्त्यान …   Indonesian dictionary

  • saṉ-styāna — संस्त्यान …   Indonesian dictionary

  • Antaraya — Antarāya[1] (devanāgarī: अन्तराय) est un terme sanskrit qui signifie « obstacle »[2]. Dans les Yoga Sūtra de patañjali, antarāya désigne les neuf obstacles au samādhi. Sommaire 1 Hindouisme …   Wikipédia en Français

  • στέαρ — ατος, το, ΝΜΑ, και στέας Μ, και στεῑαρ, είατος, και στῆρ, στητός Α το στερεό και συμπαγές λίπος τών εσωτερικών λιπαρών ιστών μυρηκαστικών, το οποίο χρησιμοποιείται για την παρασκευή κεριών, σαπουνιών κ.ά. προϊόντων (α. «βόρειο στέαρ» β. «οὔτε… …   Dictionary of Greek

  • στία — ἡ, Α μικρός λίθος, λιθαράκι, ψηφίδα. [ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. ανάγεται στην ΙΕ ρίζα *stāi / stī «συμπυκνώνω, στερεώνω, σκληραίνω» και συνδέεται με τα αρχ. ινδ. styāyate «στερεώνομαι, σκληραίνω» και με το επίθ. styāna «στερεωμένος», πιθ. με γοτθ. stains, αρχ …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”