pra-vraska

pra-vraska
प्रव्रस्क

Indonesian dictionary. 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • u̯er-7 (*su̯er-) —     u̯er 7 (*su̯er )     English meaning: to tear     Deutsche Übersetzung: “aufreißen, ritzen”     Note: base for extensions:     Material: A. u̯erd : Av. varǝdva ‘soft, lax “, O.C.S. vrědъ, Russ. véred “wound”; u̯red : O.Ind. avradanta ‘sie… …   Proto-Indo-European etymological dictionary

  • ασκός — Ονομασία δύο οικισμών. 1. Μεγάλος ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 480 μ., 1.493 κάτ.) στην πρώην επαρχία Λαγκαδά του νομού Θεσσαλονίκης. Βρίσκεται στα δυτικά των υψωμάτων της Βόλβης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Σόχου. 2. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”